Θυίῃ — Θυία mortar fem dat sg (epic ionic) Θυίη mortar fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυία ή Θυίη — Μυθολογικό πρόσωπο. Το όνομά της σημαίνει θύελλα ή ορμή και προέρχεται, πιθανώς, από το ρήμα θύω (καταλαμβάνομαι από μανία). Κατά τον Ηρόδοτο, η Θ. ήταν Μαινάδα, κόρη του φωκικού βοιωτικού ποτάμιου θεού Κηφισού. Λατρευόταν με εξιλαστήριες θυσίες… … Dictionary of Greek
Θυία — Θυίᾱ , Θυία mortar fem nom/voc/acc dual Θυίᾱ , Θυίη mortar fem nom/voc/acc dual Θυίᾱ , Θυίη mortar fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίας — Θυίᾱς , Θυία mortar fem acc pl Θυίᾱς , Θυία mortar fem gen sg (attic doric aeolic) Θυίᾱς , Θυίη mortar fem acc pl Θυίᾱς , Θυίη mortar fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυεία — και ιων. τ. θυείη και μτγν τ. θυία και θυΐα και θυΐη, ἡ (Α) [θύος] 1. γουδί («θυία οστρακίνη» ιατρικό γουδί) 2. μετάλλινη λεκάνη με την οποία έπαιζαν το παιγνίδι κότταβος* 3. πάπ. ελαιοπιεστήριο οικιακής χρήσεως για σύνθλιψη ελαιωδών σπόρων ή… … Dictionary of Greek
Άνεμοι — Μυθολογικά πρόσωπα. Πρόκειται για τερατόμορφες προσωποποιήσεις των στοιχείων της φύσης, που προκαλούν τρόμο στους ανθρώπους, ή ήρεμες και ευεργετικές θεότητες (κανονικοί άνεμοι). Οι πρώτοι αντιπροσωπεύονται από τα τέρατα Τυφάωνα ή Τυφωέα, Έχιδνα … Dictionary of Greek
Θυῖαι — Θυία mortar fem nom/voc pl Θυίη mortar fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαι — Θυίᾱͅ , Θυία mortar fem dat sg (attic doric aeolic) Θυίᾱͅ , Θυίη mortar fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαις — Θυία mortar fem dat pl Θυίη mortar fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θυίαισιν — Θυία mortar fem dat pl (epic ionic aeolic) Θυίη mortar fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)